Οι λοιμώξεις από χλαμύδια ( CHLAMYDIA TRACHOMATIS) αποτελούν μία από τις πιο συχνά αναφερόμενες σεξουαλικές λοιμώξεις, ειδικά σε γυναίκες κάτω των 25 ετών. Η συχνή εναλλαγή συντρόφων και η μη χρήση προφυλακτικού αποτελούν τους κυριότερους λόγους αυτής της μεγάλης μετάδοσης .
Η κλινική εικόνα της λοίμωξης παρουσιάζει ένα ευρύ φάσμα, καθώς οι γυναίκες μπορεί να είναι ασυμπτωματικές ή να παρουσιάζουν αυξημένες εκκρίσεις από τον κόλπο ή να παραπονούνται για πόνο στην κοιλιά.
Η διάγνωση γίνεται με καλλιέργεια υλικού που λαμβάνεται από τον κόλπο και τον ενδοτράχηλο. Η επιβεβαίωση της ύπαρξης χλαμυδίων επιβάλλει την άμεση λήψη φαρμακευτικής αγωγής τόσο της γυναίκας όσο και του τωρινού συντρόφου της. Επίσης επιβάλλεται η ενημέρωση των συντρόφων με τους οποίους η γυναίκα μπορεί να είχε επαφές τους τελευταίους 2 μήνες ,προκειμένου να υποβληθούν και αυτοί σε εξετάσεις. Με αυτόν τον τρόπο θα αποφευχθεί η λοίμωξη στον άντρα αλλά και θα σταματήσει η φορεία για να μην υπάρχει η δυνατότητας επαναμετάδοσης.
Ο λόγος για την ανάγκη όλων αυτών των μέτρων είναι ο περιορισμός της διάδοσης , καθώς το επικίνδυνο της χλαμυδιακής λοίμωξης είναι οι επιπλοκές που έχει. Τα χλαμύδια είναι υπεύθυνα για ανιούσες φλεγμονές στη γυναίκα. Μπορεί από την προσβολή του τραχήλου να επεκταθούν προς τις σάλπιγγες και την κοιλιά και να κάνουν σαλπιγγίτιδα ,αποστήματα, ενδοπυελική φλεγμονή. Όλες οι παραπάνω καταστάσεις είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες γιατί μπορεί άμεσα να απαιτήσουν εισαγωγή σε νοσοκομείο για τη θεραπεία τους. Επιπλέον ,μακροπρόθεσμα , λόγω των συμφύσεων που δημιουργούν μπορεί να προκαλέσουν απόφραξη στις σάλπιγγες και κατά συνέπεια υπογονιμότητα καθώς και αυξημένα ποσοστά έκτοπης κύησης.
Τα χλαμύδια αποτελούν επίσης ένα από τα μικρόβια που προκαλούν προβλήματα την εγκυμοσύνη. Τόσο γιατί αποτελούν παράγοντα κινδύνου για πρόωρο τοκετό και επιλόχειες λοιμώξεις, όσο και γιατί μπορεί να μεταδοθούν στο νεογνό και να προκαλέσουν λοιμώξεις στα μάτια, τα αυτιά, και τους πνεύμονες.
Λόγω της σοβαρότητας της χλαμυδιακής λοίμωξης οι γυναίκες θα πρέπει να είναι ενημερωμένες. Προσεκτική επιλογή συντρόφων και χρήση προφυλακτικού είναι ότι καλύτερο. Αναζήτηση βοήθειας από ειδικό όταν είναι απαραίτητο.