Η υπερέμεση της κύησης είναι μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από σοβαρού βαθμού ναυτία και πολύ συχνούς εμέτους. Τα συμπτώματα ξεκινάνε στο πρώτο τρίμηνο και μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα την αφυδάτωση, την κετονουρία και την απώλεια σωματικού βάρους σε ποσοστό πάνω από 5% σε σύγκριση με το βάρος πριν από την κύηση.
Η υπερέμεση της κύησης επηρεάζει το 0.3-2% των εγκύων γυναικών. Τα συμπτώματα αρχίζουν την 3η με 5η εβδομάδα ενώ σε ποσοστό 50%, παρέρχονται στις 16 εβδομάδες , με το ποσοστό να ανεβαίνει στο 80% στις 20 εβδομάδες. Υπάρχει ένα 10% που θα εμφανίζει κάποιου βαθμού συμπτώματα σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Τα αίτια για την υπερέμεση της κύησης δεν είναι γνωστά. Φαίνεται ότι διάφοροι ορμονικοί παράγοντες συμβάλλουν στην εμφάνιση της , όπως η αύξηση της β-χοριακής γοναδοτροπίνης, της οιστραδιόλης και πιθανόν της προγεστερόνης. Είναι πιο συχνή σε νέες μητέρες, σε αυτές που έχουν ιστορικό με ημικρανίες, σε περιπτώσεις πολύδυμων κυήσεων και σε γυναίκες με ιστορικό υπερέμεσης της κύησης σε προηγούμενη κύηση.
Οι γυναίκες με υπερέμεση της κύησης παρουσιάζουν σοβαρή ναυτία , συχνούς εμέτους ακόμα και εκσεσημασμένη σιελόρροια. Η έναρξη των συμπτωμάτων είναι πιο νωρίς ,σε σχέση με τις γυναίκες που έχουν τη ναυτία και τους εμέτους της κύησης, έχει μεγαλύτερη διάρκεια και η κλινική τους εικόνα είναι πιο σοβαρή με αφυδάτωση και απώλεια βάρους. Χαρακτηριστικό είναι επίσης το γεγονός ότι στις εγκύους με υπερέμεση δυσχεραίνουν πάρα πολύ οι οικογενειακές και κοινωνικές τους σχέσεις λόγω της απομόνωσης που βιώνουν εξαιτίας του άγχους , της ανησυχίας ή και της απώλειας της δουλειάς τους λόγω του προβλήματός τους.
Η θεραπεία της υπερέμεσης της κύησης στα αρχικά στάδια περιλαμβάνει υποστηρικτικά μέτρα με ενυδάτωση και λήψη σκευασμάτων βιταμινών. Βοηθητικό ρόλο έχει φανεί ότι μπορεί να παίξουν μη φαρμακευτικές μέθοδοι όπως η ρύθμιση της διατροφής με μικρά και συχνά γεύματα, διάφορα αφεψήματα, το τζίντζερ ,η αποφυγή παραγόντων που προκαλούν ναυτία, όπως οι διάφορες έντονες οσμές. Αν δεν υπάρξει βελτίωση μπορούν να χορηγηθούν φαρμακευτικά σκευάσματα της κατηγορίας των αντιισταμινικών και των αντιεμετικών, ενώ στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει κάποια ανταπόκριση είναι απαραίτητη η εισαγωγή στο νοσοκομείο και η ενδοφλέβια ενυδάτωση. Σημαντικό ρόλο διαδραματίζει επίσης ο ψυχολογικός παράγοντας. Η στήριξη της γυναίκας από το περιβάλλον της και η συχνή επαφή της με τον ιατρό της φαίνεται ότι πολλές φορές έχουν εξαιρετικά αποτελέσματα.
Η υπερέμεση της κύησης είναι μια σοβαρή κατάσταση κυρίως για τη μητέρα καθώς δεν έχουν εντοπιστεί επιπλοκές στο έμβρυο που να σχετίζονται με την πάθηση αυτή. Είναι απαραίτητη η διερεύνηση της από τον ειδικό καθώς σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να σχετίζεται με μια υποκείμενη παθολογία. Η αντιμετώπιση της περιλαμβάνει αρκετά βήματα, ενώ δεν πρέπει να θεωρείται αμελητέος ο ψυχολογικός παράγοντας.